Αγριογούρουνο
(Ψαλμός 80:13)
Ζώο καταστρεπτικό για τις καλλιέργειες. Η εξημέρωσή του από τον άνθρωπο, το
έκανε οικιακό, το γνωστό γουρούνι. Ζούσαν στα
δάση. Αγριογούρουνα υπήρχαν
αρκετά σε τελματώδεις περιοχές του ποταμού
Ιορδάνη και δίπλα στη
θάλασσα της
Τιβεριάδας. Στο αρχαίο κείμενο αναφέρεται ως "μονιός".
[δες και
γουρούνι]
Αγριότραγος
(Δευτερονόμιο 14:5)
Σύγχρονες
μεταφράσεις αναφέρουν το αγριοπρόβατο. [δες και
τράγος]
Αίγαγρος
(Ιώβ 39:1)
Άγρια γίδα. Ζει σε ορεινές
περιοχές. [δες και
κατσίκα]
Α ίλουρος
(επ. Ιερεμίου εδ. 21-26)
Σαρκοφάγο θηλαστικό. Αναφέρεται μόνο μια φορά στην επιστολή Ιερεμίου.
Αλεπού (Αλώπηξ)
(Ψαλμός 63:10, Θρήνοι 15:18,
Ιεζεκιήλ 13:4)
Αρπακτικό ζώο, επικίνδυνο για τις καλλιέργειες, ιδιαίτερα στα
αμπέλια (Άσμα
Ασμάτων 2:15). Κατοικεί σε φωλιές (Ματθαίος 8:20, Λουκάς 9:58) και βρίσκεται
σε ερημιές (Ιεζεκιήλ 13:4). Υπήρχαν αρκετές στην περιοχή της Παλαιστίνης. Ο
Σαμψών χρησιμοποίησε αλεπούδες για να καταστρέψει τα σπαρτά των
Φιλισταίων,
δένοντας λαμπάδες στις ουρές τους (Κριτές 15:4). Εικονίζει τους
ψευδοπροφήτες (Ιεζεκιήλ 13:4) και τους πονηρούς ανθρώπους (Λουκάς 13:32).
Άλογο (Ίππος)
(Ιώβ 39:19-25, Εσθήρ 8:10,
Αποκάλυψη 6:1-8)
Από τα πιο χρήσιμα ζώα στην ανθρώπινη ιστορία. Η πρώτη αναφορά της Αγίας
Γραφής βρίσκεται στη Γένεση 47:17. Ήταν σύμβολο δύναμης και πολέμου. Περιγράφεται σαν
δυνατό (Ψαλμός 33:17), γρήγορο (Ιερεμίας 4:13), άγριο (Ιώβ 39:21,24) και
άφοβο (Ιώβ 39:21). Υπήρχε σε διάφορα χρώματα: λευκό, μαύρο, κόκκινο, ψαρό,
ποικίλο, ωχρό (Ζαχαρίας 1:8, 6:2-8, Αποκάλυψη 6:2-8). Χρησιμοποιούταν στο
ιππικό (Έξοδος 14:9), σε άμαξες (Μιχαίας 1:13, Ζαχαρίας 6:2) και στο κυνήγι
(Ιώβ 39:18). Το στόλιζαν με κουδούνια στο λαιμό (Ζαχαρίας 14:20).
Χρησιμοποιείτο ιδιαίτερα σε πολέμους, ο
Σολομώντας είχε 12.000
ιππείς και
1.400 άμαξες (Β' Χρονικών 1:14-17, 9:25). Οι
Ιουδαίοι είχαν φέρει από την
Αίγυπτο (Α' Βασιλέων 10:28-29) και τη
Βαβυλώνα (Έσδρας 2:66), απαγόρευαν τον
πολλαπλασιασμό τους (Δευτερονόμιο 17:16) και τους πωλούσαν σε παζάρια
(Έσδρας 27:14).
Στην Καινή Διαθήκη, αναφέρεται για πρώτη φορά στην
επιστολή
Ιακώβου (3:3), ενώ στην Αποκάλυψη γίνεται αναφορά για τους τέσσερις
ίππους
στο άνοιγμα των σφραγίδων (6:1-8). Στο 19ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης, ο
Ιησούς
Χριστός
εμφανίζεται ως "Βασιλιάς των βασιλιάδων και Κύριος των κυρίων" πάνω
σε λευκό ίππο, για να κατατροπώσει το σατανά.
Αμνός
Το αρσενικό νεογνό του προβάτου. [δες
πρόβατο]
Αντιλόπη
(Πύγαργος)
(Δευτερονόμιο 14:5)
Ο πύγαργος αναφέρεται στο Δευτερονόμιο 14:5, και πιθανόν να πρόκειται για
άγρια αντιλόπη. Είναι ζώο θηλαστικό μηρυκαστικό, ιδιαίτερα κομψό. Οι
αντιλόπες ζουν σε αγέλες στις σαβάνες της
Ινδίας και της Νοτιοανατολικής
Ασίας.
Αρκούδα
(Άρκτος)
(Β' Σαμουήλ 17:8, Θρήνοι 3:10,
Ωσηέ 13:8)
Ζώο
σαρκοφάγο, θηλαστικό.
Κατοικεί σε δάση (Β' Βασιλέων 2:24) και επιτίθεται σε
ανθρώπους (Β' Βασιλέων
2:24, Αμώς 5:19) και σε κοπάδια (Α' Σαμουήλ 17:34). Γίνεται ιδιαίτερα άγρια
όταν στερηθεί τα μικρά της (Β' Σαμουήλ 17:8, Παροιμίες 17:12). Ο
Δαβίδ
σκότωσε αρκούδα με δύναμη από Θεού (Α' Σαμουήλ 17:36-37). Ήταν το δεύτερο
θηρίο το οποίο είδε ο Δανιήλ στο όραμά του (Δανιήλ 7:5). Στην
Αποκάλυψη
αναφέρεται ότι του θηρίου είχε πόδια αρκούδας (13:2). Απεικονίζει το Θεό
στις κρίσεις Του (Θρήνοι 3:10, Ωσηέ 13:8).
Βόδι (Βους)
(Έξοδος 21:28, Δευτερονόμιο
14:4, Ψαλμός 22:13, Παροιμίες 7:22)
Μηρυκαστικό, χρήσιμο στη γεωργία και ένα από τα κύρια ζώα της κτηνοτροφίας.
Από το Μωσαϊκό νόμο θεωρείτο καθαρό. Ο
Ιακώβ έτρεφε βόδια, μάλιστα από αυτά
πρόσφερε δώδεκα ως δώρο στον αδερφό του Ησαύ (Γένεση 32:15). Η φυλή Ιούδα
χαρακτηρίστηκε ως πρωτότοκος ταύρος (Δευτερονόμιο 33:17). Οι
Ισραηλίτες μετά
την επιστροφή τους από τη
Βαβυλώνα πρόσφεραν στον Κύριο εκατό ταύρους μαζί
με διακόσια κριάρια, τετρακόσια
αρνιά και δώδεκα
τράγους (Έσδρας 6:17). Το
βόδι ήταν καθημερινή τροφή των βασιλιάδων. Ο
Σολομώντας και το προσωπικό των
ανακτόρων σιτιζόταν κάθε μέρα με δέκα βόδια μεγαλωμένα στο στάβλο και είκοσι
βόδια που έβοσκαν στα λιβάδια (Α' Βασιλέων 4:23 ή 5:3).
Στην
Καινή Διαθήκη το αίμα των ταύρων και των τράγων προεικονίζει το αίμα του
Χριστού (Εβραίους 9:13,14).
Βουβάλι (Βούβαλος)
(Δευτερονόμιο 14:5)
Στην Αγία Γραφή αναφέρεται άγριος
βους. Βουβάλι είναι η
γενική ονομασία βοοειδών του παλαιού κόσμου. Έχουν μήκος 2,50 μέτρα και ύψος
1,40 μέτρα και τα ενήλικα φτάνουν τα 800 κιλά. Το γάλα τους είναι δύο φορές
παχύτερο από αυτό του βοδιού. Σήμερα υπάρχουν άγρια και εξημερωμένα.
Στους ψαλμούς (22:22) και στην ΝΜΒ ο
Δαβίδ
αναφέρει τα αγριοβούβαλα, ενώ στην μετάφραση του Βάμβα (22:21) αναφέρεται ως
"κεράτων μονοκερώτων".
Γαϊδούρι
(Όνος)
(Γένεση 22:3, Έξοδος 4:20,
Ησαΐας 30:24, 32:20, Ματθαίος 21:2)
Αναφέρεται πολλές φορές στην Αγία Γραφή. Πρώτη αναφορά γίνεται στη Γένεση
12:16, και έχει σχέση με την ιστορία των
Αιγυπτίων. Επίσης αναφέρεται στη
θυσία του Ισαάκ από τον
Αβραάμ (Γένεση 22:3), σε περιστατικά της ζωής του
Ιακώβ (Γένεση 32:5), του Μωυσή (Έξοδος 4:20) και πολλών άλλων σημαντικών προσώπων. Ενδιαφέρουσα και η
ιστορία με το γαϊδούρι του
Βαλαάμ
(Αριθμοί 22:21-35). Χρησίμευε στη
μεταφορά ανθρώπων και φορτίων όπως επίσης και στο όργωμα του χωραφιού
(Ησαΐας 30:24, 32:20). Απαγορευόταν όμως για τους
Ισραηλίτες, να οργώνουν
μαζί με γαϊδούρια και αγελάδες (Δευτερονόμιο 22:10). Απαγορευόταν επίσης το
κρέας του να γίνει τροφή, παραβιάστηκε όμως η απαγόρευση κατά το λιμό στη
πολιορκία της Σαμάρειας (Β' Βασιλέων 6:25). Ο
Δαβίδ είχε ορίσει επιστάτη τον
Ιεδαία για το κοπάδι του. Ο Κύριος
Ιησούς
Χριστός μπήκε θριαμβευτικά στη
πόλη της Ιερουσαλήμ, καθισμένος πάνω σε ένα μικρό γαϊδούρι (Ματθαίος 21:7).
Γαϊδούρι
άγριο (Όναγρος)
(Ιώβ 6:5, 39:5-8)
Υπήρχε σε άγριους τόπους (Ησαΐας 32:14, Δανιήλ 5:21) και περιπλανιόταν στα
βουνά αναζητώντας τροφή (Ιώβ 39:8). Όταν πεινούσε γκάριζε (Ιώβ 6:5),
αγαπούσε την ελευθερία (Ιώβ 39:5) και συντηρούταν από το Θεό (Ψαλμός
104:10-11). Ήταν λίγο ψηλότερο από το γνωστό γαϊδούρι.
Γουρούνι
(Χοίρος)
(Λευιτικό 11:7 Ησαΐας 66:17,
Β' Μακκαβαίων 6:18-19, Ματθαίος 8:32)
Σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο θεωρείτο ακάθαρτο ζώο, για το λόγο αυτό
απαγορευόταν η τροφή του. Εκ φύσεως ο χοίρος θεωρείται βρόμικο ζώο, ένας
λόγος παραπάνω για να προστατεύσει ο Μωυσής το λαό από ασθένειες. Η απέχθεια
των Ισραηλιτών για τους χοίρους καταγράφεται και στο Ησαΐας 65:4. Παρόλο
όμως που ήταν απαγορευμένο είδος, υπήρχαν κάποιοι που εκτρέφανε χοίρους και
μάλιστα σε μεγάλα κοπάδια, επί των ημερών του Ιησού (Ματθαίος 8:30). Αναφορά
σε χοίρους γίνεται και από τον Ιησού στην παραβολή του άσωτου γιου, ο οποίος
έβοσκε (Λουκάς 15:15) και τους έτρεφε και με χαρούπια (Λουκάς
15:16). Στη χώρα των Γεργεσηνών ο
Ιησούς
πρόσταξε στα "ακάθαρτα πνεύματα"
ενός δαιμονισμένου, να μπουν σε μία αγέλη χοίρων, οι οποίοι στη συνέχεια όρμησαν στο γκρεμό και πνίγηκαν στη θάλασσα (Ματθαίος 8:28-32). Στην
Αγία Γραφή
οι
χοίροι απεικονίζουν τους ασεβείς (Ματθαίος 7:6) και τους υποκριτές (Β'
Πέτρου 2:22).
Δαμάλι (Δάμαλις)
(Κριτές 14:18, Δευτερονόμιο
21:4, Εβραίους 9:13)
Μικρή αγελάδα. Ερυθρού χρώματος προσφερόταν θυσία για την εξιλέωση
αμαρτημάτων (Αριθμοί 19:1-10). Εικονίζει τη θυσία του Χριστού, την οποία
υπέστη για χάρη των αμαρτιών των ανθρώπων (Εβραίους 9:13-14).
Δορκάδιον
(Ησαΐας 13:14)
Το μικρό
ζαρκάδι. [δες και
ζαρκάδι]
Ελάφι
(Δευτερονόμιο 14:5, Ιώβ 39:1,
Ψαλμός 22:1)
Θηλαστικό
μηρυκαστικό, φημίζεται για τη χάρη του περπατήματός του, όπως επίσης και για
τη σωματική του διάπλαση (Ησαΐας 35:6, Άσμα Ασμάτων 2:9). Το αρσενικό έχει
κέρατα, σπάνια και το θηλυκό. Είναι φυτοφάγο ζώο, με πολύ καλό κρέας και
δέρμα. Σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο θεωρείτο "καθαρό", συνεπώς ήταν τροφή για
τους
Ισραηλίτες.
Ελέφαντας
(Α' Βασιλέων 10:22)
Μεγάλο θηλαστικό του οποίου τα δόντια (χαυλιόδοντες) χρησιμοποιούνται για
την κατασκευή, ιδιαίτερα κοσμημάτων. Χαυλιόδοντες χρησιμοποίησε και ο
Σολομώντας
για τη διακόσμηση των ελεφάντινων παλατιών του (Ψαλμός 45:8). Ο
θρόνος του
Σολομώντα
ήταν ελεφάντινος (Α' Βασιλέων 10:18). Αναφέρονται
επίσης κατασκευές όπως κλίνες (Αμώς 6:4), καθίσματα (Ιεζεκιήλ 27:6), σκεύη
(Αποκάλυψη 18:12) και οικίες (Α' Βασιλέων 22:39, Αμώς 3:15).
Ερίφιο ή Έριφος
(Ματθαίος 25:32-33)
Άλλη ονομασία της κατσίκας, στην Καινή Διαθήκη. Αναφέρεται συνήθως για να
εκφράσει αντίθεση. [δες και
κατσίκα].
Ζαρκάδι (Δορκάς)
(Δευτερονόμιο 14:5, Β' Σαμουήλ
2:18, Παροιμίες 5:19)
Θηλαστικό μηρυκαστικό, διακρίνεται για τη ταχύτητά του (Α' Χρονικών 12:8) και τη
κομψότητά του (Άσμα Ασμάτων 2:9,17, 8:14). Ήταν ένα από τα εκλεκτά κυνήγια
(Ησαΐας 13:14), και επιτρεπόταν η τροφή του. Είναι μικρότερο από το ελάφι με
ύψος 65 εκατοστά, μήκος 1,20 μέτρα και βάρος γύρω στα 20 κιλά. Τα κέρατά του
που είναι μικρά, πέφτουν το μήνα Νοέμβριο και ξαναφυτρώνουν μέχρι τον
Απρίλιο. Ζει 15 χρόνια περίπου.
Θηρίο
(Δευτερονόμιο 28:26, Ιώβ
5:22,23, Λευιτικό 26:6)
Το άγριο ζώο της υπαίθρου.
Στην Αγία Γραφή αναφέρεται αρκετές φορές δίνοντας γενική έννοια για τα άγρια
θηρία.
Ο Θεός είπε πως για την αμαρτία του
λαού Του θα στείλει σ' αυτούς "οδόντες θηρίων" (Δευτερονόμιο 32:24). Ο
Ψαλμωδός παρακαλεί το Θεό να μην παραδώσει στα θηρία τη ψυχή του (Ψαλμός
74:19), ενώ στον 148ο ψαλμό (εδ. 10) ψάλλει: αινείτε τον Κύριο "τα θηρία και
πάντα τα κτήνη...". Σε αρκετές αναφορές της Παλαιάς Διαθήκης τα θηρία της
γης εκφράζουν την πλήρη καταστροφή (Ιεζεκιήλ 14:15, Ησαΐας 13:21, Ψαλμός
68:30). Και στην Καινή Διαθήκη υπάρχουν αρκετές αναφορές, κυρίως στο βιβλίο
της Αποκάλυψης. Όταν ο Ιησούς βρισκόταν στην έρημο για σαράντα ημέρες πειραζόμενος από το διάβολο "ήτο μετά των θηρίων" (Μάρκος 1:13). Ο
Πέτρος
στο όραμά του στην Ιόππη αναφέρει πως είδε "τα τετράποδα της γης και τα
θηρία..." (Πράξεις 11:67), ενώ το θηρίο που αναφέρει ότι τον δάγκωσε
φθάνοντας στη Μελίτη, ήταν το ερπετό
έχιδνα
(Πράξεις 28:4). Ο Ιάκωβος στην επιστολή του αναφέρει
πως κάθε θηρίο και κάθε ζώο μπορεί να δαμαστεί από τον άνθρωπο, η γλώσσα του
όμως είναι δύσκολο να δαμαστεί (Ιάκωβος 3:7,8). Στην
επιστολή προς
Τίτο (1:12), οι
Κρήτες
παρομοιάζονται με "κακά θηρία".
Στην
Αποκάλυψη "θηρίο" ονομάζεται ο
αντίχριστος (11:7, 13:1, 14:9, 15:2,110,13, 16:2, 17:8, 19:19, 20:4,10).
Το θηρίο στην
Αγία Γραφή αναφέρεται ως:
"θηρίο άγριο" (Λευιτικό 26:22), "θηρίο της γης" (Ησαΐας 18:6,
Ιερεμίας 7:33, 15:3), "θηρίο του δάσους" (Ησαΐας 56:9, Ψαλμός 104:20,
50:10), "θηρίο αγρού" (Δανιήλ 4:21, Β' Χρονικών 25:18, Ιεζεκιήλ 34:8)
και "θηρίο κακό" (Γένεση 37:20,33).
Καμήλα (Κάμηλος)
(Γένεση 12:16, 24:64, Λευιτικό
11:4)
Ζώο μηρυκαστικό, συναντιέται σε δύο είδη: τη Δρομάδα ή Αραβική,
που έχει μία ράχη και τη Βακτριανή με δύο ράχες. Στη κοιλιά της υπάρχουν
μέρη που αποθηκεύονται ξεχωριστά ο νερό και η τροφή, κάτι που την κάνει
χρήσιμη για μεγάλες αποστάσεις σε έρημους. Χαρακτηρίζεται για την ταχύτητά
της (Ιερεμίας 2:23). Αποτελούσε μέρος της περιουσίας των
Πατριαρχών:
Αβραάμ
(Γένεση 12:16), Ιακώβ (Γένεση 30:43) και
Ιώβ (1:3), αλλά και λαών (οι Μαδιαμήτες είχαν 3000, Κριτές 7:12) και βασιλιάδων (Α' Χρονικών 27:30).
Σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο θεωρείτο ακάθαρτο ζώο (Λευιτικό 11:4), το γάλα
της όμως χρησιμοποιούταν (Γένεση 32:15). Χρησίμευε για τη μεταφορά
ανθρώπων
(Γένεση 24:61) και εμπορευμάτων (Γένεση 37:25), στις μάχες (Κριτές 7:12) και
θεωρείτο εξαιρετικό λάφυρο (Α' Χρονικών 5:20-21). Οι τρίχες της χρησίμευαν
στη κατασκευή ρούχων: ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε ρούχο από τρίχες καμήλας
(Ματθαίος 3:4, Μάρκος 1:6). Ο
Χριστός την αναφέρει δύο φορές σε παράδειγμά
του (Ματθαίος 19:24, 23:24).
Καμηλοπάρδαλη
(Δευτερονόμιο 14:5)
Ζώο
μηρυκαστικό
με άρτια όραση, όσφρηση και ακοή.
Είναι το ψηλότερο από τα θηλαστικά με μεγάλο λαιμό, μακριά πόδια και σχετικά
κοντό σώμα. Η ταχύτητά της φτάνει μέχρι 42 χλμ. την ώρα. Τρέφεται με
αγκαθωτούς θάμνους και φύλλα και βρίσκεται στις αφρικανικές σαβάνες, νότια
της Σαχάρας. Θεωρείτο "καθαρό" ζώο.
Κατσίκα ή Γίδα (Αίξ)
(Γένεση 15:9, 30:32,33, Δευτερονόμιο 14:4,
Α' Βασιλέων 19:11-17, 25:2-4, Ιουδίθ 2:14-19)
Από τα πολυτιμότερα ζώα στην κτηνοτροφία, καθώς παρέχει στον άνθρωπο, το
γάλα, το κρέας, το δέρμα και το τρίχωμά του.
Το συναντάμε αρκετά και στην
Ελλάδα. Το δέρμα του χρησιμεύει για τη κατασκευή ασκών. Οι Εβραίοι το θεωρούσαν
καθαρό για τροφή και θυσία (Έξοδος 12:5), και είχαν μεγάλα ποίμνια από γίδες
(Α' Σαμουήλ 25:2). Αναφέρεται αρκετές φορές στην Αγία Γραφή. Η διαθήκη
μεταξύ Θεού και
Αβραάμ κατοχυρώθηκε με αίμα κατσίκας (Γένεση 15:9). Ο
Ιακώβ
ζήτησε από το Λάβαν για την εργασία
του ζώα για μισθό, μεταξύ αυτών και κατσίκες. Στην Παλαιστίνη ο
Νάβαλ είχε
χίλιες κατσίκες (Α' Βασιλέων 25:2-4).
Κουνάβι (Γαλή)
(Λευιτικό 11:29)
Σαρκοφάγο
θηλαστικό. Βρίσκεται σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις και δασώδεις τόπους. Έχει
μήκος μέχρι 50 εκατοστά και ζυγίζει 1,5-1,7 κιλά. Το χρώμα του είναι
γκρι-καφέ με άσπρη κηλίδα στο στήθος και το λαιμό. Επιτίθεται σε τρωκτικά,
ερπετά και τρέφεται με ποντίκια, νυχτερίδες, σπουργίτια ακόμα και κότες.
Κριάρι
(Έξοδος 25:5, 26:14)
Αρσενικό
πρόβατο, ο αρχηγός και οδηγός των προβάτων κατά την έξοδο για τη βοσκή. Έχει
ισχυρά κέρατα. Κριάρι θυσιάστηκε από τον
Αβραάμ αντί του
Ισαάκ, κατ' εντολή
του Θεού, για να δοκιμάσει την πίστη του. Κριάρια προσφέρονταν θυσία στο
Θεό. Στην
Αγία Γραφή υπάρχουν αρκετές αναφορές. [δες και
πρόβατο]
Κυνάριο
(Ματθαίος 15:26)
Μικρό σκυλάκι
[δες και
σκύλος]
|
|