[του
Dr. Ανανία Καβάκα, Νευρολόγου-Ψυχιάτρου]
Αρκετά νεαρά αλλά και
μεγαλύτερα ζευγάρια αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα λόγω του
εγωκεντρισμού τους.
Ο εγωκεντρισμός είναι βασικό
στοιχείο κάθε παιδιού που έρχεται στη ζωή. Γι’ αυτό το λόγο, τα
μικρά θέλουν να είναι πάντα το κέντρο της προσοχής των άλλων και
δεν μπορούν να μοιραστούν εύκολα τα πράγματά τους με τους άλλους ή
την αγάπη των γονιών τους με άλλα παιδιά.
Καθώς σιγά σιγά μεγαλώνουν, ο
εγωκεντρισμός τους πρέπει να μειωθεί. Οι εμπειρίες τους από τη μία
πλευρά και η διαπαιδαγώγησή τους από την άλλη πρέπει φυσιολογικά
να μειώσουν τον εγωκεντρισμό τους και να τους εμφυτεύουν τον
αλτρουισμό, κάτι που είναι απαραίτητο για την αρμονική συμβίωση
μέσα στην οικογένεια.
Δυστυχώς όμως η ανατροφή που
δέχονται μερικά παιδιά είναι τέτοια που όχι μόνο δεν τους δίνει
στοιχεία αλτρουισμού αλλά τους κάνει πιο εγωκεντρικούς. Επιπλέον
δεν είναι λίγοι εκείνοι που φαίνεται ότι δεν διδάσκονται από τις
εμπειρίες τους και από τις επαφές τους με άλλους ανθρώπους.
|
Πρακτικές συμβουλές για ένα επιτυχημένο γάμο
[διάβασε
εδώ] |
Έτσι δεν είναι σπάνιο το
φαινόμενο ανθρώπων, που φτάνουν στην ενηλικίωση με τον εγωισμό
τους τόσο φουσκωμένο όσο ήταν στη νηπιακή τους ηλικία, ίσως
μάλιστα και πιο πολύ. Γι’ αυτό και η συμπεριφορά τους είναι
τελείως εγωκεντρική.
Πριν από το γάμο και
ιδιαίτερα στην περίοδο της γνωριμίας και τον αρραβώνα, ο
εγωκεντρικός σπάνια δημιουργεί σοβαρά προβλήματα. Αυτό γιατί, κάτω
από την επίδραση του έντονου συναισθήματος, ο άνθρωπος - ακόμη κι
ενώ είναι πολύ εγωκεντρικός - έχει την τάση να δείχνει στοιχεία
αλτρουισμού και αυτοθυσίας.
Μετά το γάμο όμως, όταν το
έντονο συναίσθημα σιγά σιγά υποχωρεί, αρχίζουν να εκδηλώνονται σε
όλη την ένταση τους τα αρνητικά στοιχεία του χαρακτήρα του
ανθρώπου και φυσικά και ο εγωκεντρισμός του εκδηλώνεται όλο και
πιο πολύ.
Πως, όμως, ακριβώς
εκδηλώνεται ο εγωκεντρισμός ενός άντρα ή μιας γυναίκας; Με την
επιμονή ή την απαίτηση τους να γίνεται πάντα το δικό τους να είναι
εκείνοι συνέχεια το κέντρο της προσοχής ή των ενεργειών της
οικογένειάς τους.
Κάθε νέος ή νέα που
αποφασίζει να παντρευτεί έχει ορισμένες επιθυμίες και φιλοδοξίες
που πιστεύει ότι με το γάμο θα εκπληρωθούν και θα ικανοποιηθούν σε
αρκετό βαθμό. Αυτό είναι και λογικό και φυσιολογικό. Κανένας δεν
προχωρεί σε γάμο χωρίς να περιμένει κάτι καλό απ’ αυτόν. Όμως οι
άντρες ή οι γυναίκες που δεν έχουν φουσκωμένο τον εγωισμό τους
είναι πρόθυμοι να καθίσουν να συζητήσουν για να αντιληφθούν τη
θέση και τις επιθυμίες του άλλου και να εγκαταλείψουν κάποια από
τα σχέδια τους προκειμένου να βοηθήσουν για να γίνει η συμβίωση
τους πιο αρμονική.
Αυτό δεν συμβαίνει στις
περιπτώσεις που οι δύο σύζυγοι είναι εγωκεντρικοί. Ο άντρας τότε
είναι προσκολλημένος στους δικούς του σκοπούς και στις δικές του
επιθυμίες ή φιλοδοξίες και θέλει σώνει και καλά να τους πετύχει.
Περιμένει από τη γυναίκα του να αντιληφθεί και να κατανοήσει τη
θέση και τις επιδιώξεις του και να του συμπαρασταθεί για να τις
εκπληρώσει, χωρίς σχεδόν καθόλου να σκέφτεται και τη δική της
θέση.
Από την πλευρά της, η
εγωκεντρική γυναίκα έχει τα δικά της σχέδια και τις δικές της
επιδιώξεις και θέλει ο άντρας της να τα υιοθετήσει και να τη
βοηθήσει για να τα πετύχει. Με άλλα λόγια ο άντρας προσπαθεί να
επιβάλλει το δικό του θέλημα και η γυναίκα το δικό της.
Αν ακόμη βρίσκονται στην αρχή
της έγγαμης ζωής τους. Ο νέος άντρας θέλει να πιστεύει ότι η
γυναίκα του θα προσαρμοστεί και θα κάνει αυτό που εκείνος
επιθυμεί, ενώ από την πλευρά της η γυναίκα πιστεύει ότι ο άντρας
της θα συμφωνήσει τελικά και θα δεχτεί τη γραμμή που εκείνη θεωρεί
σωστή.
Μ’ αυτό τον τρόπο όμως
σύντομα φτάνουν στο σημείο να προσπαθεί ο άντρας να τραβήξει τη
γυναίκα του στο δικό του θέλημα κι εκείνη τον άντρα της στο δικό
της. Ο ένας τραβάει από δω κι ο άλλος από κει. Τη μία μέρα
φαίνεται πως κερδίζει ο ένας και την άλλη ο άλλος.
Στην αρχή η διαμάχη γίνεται
με ήπιο τρόπο. Όσο όμως περνάει ο καιρός τόσο η ένταση μεταξύ τους
φουντώνει συνήθως. Αυτό γιατί ο άντρας αντιλαμβάνεται ότι η
γυναίκα του όχι μόνο αντιστέκεται και δεν φαίνεται διατεθειμένη να
τον ακολουθήσει ή να υιοθετήσει τα σχέδια και τις επιδιώξεις του,
αλλά προσπαθεί να επιβάλλει τα δικά της. Από την πλευρά της η
γυναίκα συνειδητοποιεί ότι ο άντρας της είναι πιο επίμονος απ’ ότι
είχε φανταστεί.
Τότε είναι που αρχίζει μια
πάλη για επικράτηση. Ο καθένας τους στρατολογεί όλα τα
επιχειρήματα που μπορεί να συγκεντρώσει και όλες τις μεθόδους που
μπορεί να χρησιμοποιήσει. Οι συζητήσεις που αρχίζουν σε ήπιο
συνήθως τόνο, συχνά ανάβουν αφού και οι δύο μένουν σταθεροί στη
γραμμή τους.
Όταν η λογική και η πειθώ δεν
αποδίδουν αρχίζει η επιμονή ή η γκρίνια. Ανάλογα με την
ιδιοσυγκρασία και το χαρακτήρα, μπορεί ο άντρας να απαιτεί
πεισματικά ή η γυναίκα να δυσφορεί και να γκρινιάζει ασταμάτητα.
Μπορεί ο άντρας να παραπονιέται για έλλειψη κατανόησης από τη
γυναίκα του κι εκείνη να αμφισβητεί την αγάπη του γι’ αυτήν. Ο
καθένας από τους δύο κατηγορεί τον άλλο ότι από πείσμα δεν δέχεται
τη γνώμη του και όχι γιατί δεν την θεωρεί σωστή. Ότι σώνει και
καλά θέλει να γίνει το δικό του για να μην θιγεί ο εγωισμός του. Η
επιμονή τους οδηγεί συχνά σε θυμούς, καυγάδες και συγκρούσεις,
δημιουργεί αρκετή αναστάτωση και αφήνει πικρία και απογοήτευση
μέσα τους.
Οι καλές σχέσεις τους
ψυχραίνονται, κάτι που φυσικά ενοχλεί και τους δύο, ιδιαίτερα
εκείνον που είναι πιο ευαίσθητος συναισθηματικά. Μετά από μερικές
ώρες ή μέρες γίνεται συνήθως προσπάθεια να σπάσει ο πάγος. Την
πρωτοβουλία συνήθως την παίρνει εκείνος που υποφέρει πιο πολύ απ’
αυτή την κατάσταση.
Ψάχνει να βρει μια κατάλληλη
στιγμή, συνήθως το απόγευμα όταν είναι μόνοι τους στο σπίτι, μετά
το βραδινό φαγητό ή το βράδυ μόλις πέσουν στο κρεβάτι, και ζητάει
από το σύντροφό του να συζητήσουν το θέμα που έχει δημιουργηθεί
ανάμεσά τους.
Η εξέλιξη της συζήτησης
εξαρτάται από πολλούς παράγοντες που οι κυριότεροι είναι:
[α]
Ο τρόπος προσέγγισης
Σε αρκετές περιπτώσεις ο
τρόπος προσέγγισης του άλλου είναι τόσο αψυχολόγητος που χαλάει τη
συζήτηση πριν καλά αρχίσει.
Υπάρχουν περιπτώσεις αντρών
που για να σπάσει ο πάγος που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα σ’ αυτούς
και τη γυναίκα τους, την πλησιάζουν μέσω των συζυγικών τους
σχέσεων. Θέλουν όπως μου είπαν να δείξουν μ’ αυτό τον τρόπο την
αγάπη τους τη γυναίκα τους και μετά να συζητήσουν το πρόβλημα. Ενώ
όμως εκείνοι μπορούν να το κάνουν αυτό, επειδή στους άντρες το σεξ
είναι σε αρκετό βαθμό βιολογικό φαινόμενο, για τις γυναίκες τους
που το σεξ επηρεάζεται περισσότερο από ψυχολογικούς παράγοντες,
αυτή η προσέγγιση θεωρείται απαράδεκτη. Σαν συνέπεια τον απωθούν
και δεν δέχονται ούτε κουβέντα μ’ αυτόν.
Ενώ δηλαδή αυτοί οι άντρες
χρησιμοποιούν το σεξ σαν προσφορά αγάπης και μέσο προσέγγισης, οι
γυναίκες τους θα ήθελαν να έρθει σαν αποτέλεσμα της προσέγγισης
και σαν ένδειξη ότι έχουν αποκατασταθεί οι σχέσεις τους.
Μερικές απ’ αυτές τις
γυναίκες υποστηρίζουν ότι το κίνητρο του άντρα τους σ’ αυτές τις
περιπτώσεις δεν είναι η αγάπη, αλλά η επιβολή ή η κυριαρχία του
πάνω σ’ αυτές, γι’ αυτό και αντιδρούν. Πάντως άσχετα από το
πραγματικό κίνητρό, αυτός ο τρόπος προσέγγισης είναι συνήθως
καταδικασμένος σε αποτυχία.
Αντίθετα απ’ ότι κάνουν αυτοί
οι άντρες, η προσπάθεια προσέγγισης εκ μέρους των γυναικών είναι
ψυχική ή λεκτική. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι στις περισσότερες
περιπτώσεις, η γυναίκα κάνει την αρχή ή παίρνει το θάρρος να
μιλήσει και όχι ο άντρας, επειδή οι άντρες νομίζουν ότι θα πέσει
ο εγωισμός τους αν κάνουν εκείνοι την αρχή. Κι αυτή η προσπάθεια
όμως μπορεί να σκοντάψει πριν ακόμα ξεκινήσει, όταν δεν δοθεί
προσοχή στα λόγια που θα χρησιμοποιηθούν ή στον τρόπο που θα
ειπωθούν.
Είναι γνωστό ότι όχι μόνο οι
λέξεις που χρησιμοποιούμε, αλλά και ο τόνος της φωνής μας όπως και
η έκφραση του προσώπου μας φανερώνουν τις διαθέσεις, αλλά συχνά
και τις προθέσεις μας. Όταν με τα πρώτα της λόγια μια γυναίκα
εκφράζει επιθετικότητα ή αγανάκτηση για τη συμπεριφορά του άντρα
της ή απογοήτευση για την οποία ρίχνει άμεσα ή έμμεσα την ευθύνη
σ’ αυτόν, μεγαλώνει το χάσμα που υπάρχει ανάμεσά τους αντί να
μικραίνει.
[β]
Οι προθέσεις
Αρκετοί άνθρωποι, ιδιαίτερα
οι εγωκεντρικοί τύποι, δεν μπορούν να ανεχτούν λάθος στον εαυτό
τους. Έτσι στη συζήτηση με το σύντροφό τους προσπαθούν με κάθε
τρόπο να αποδείξουν ότι έχουν δίκιο και ότι ο άλλος έχει άδικο.
Επιδιώκουν να βγαίνουν εκείνοι πάντα λάδι, ρίχνοντας την ευθύνη
στους άλλους. Φυσικά μια τέτοια στάση δεν μπορεί να οδηγήσει σε
συμφιλίωση, αλλά σε περισσότερη ένταση.
Τότε τι γίνεται; Αν, και οι
δύο είναι εγωκεντρικοί και πεισματάρηδες, συνεχίζουν τον καυγά για
ώρες ή ημέρες, και τον ξαναρχίζουν μόλις ο ένας από τους δύο δώσει
κάποια αφορμή. Υπάρχουν περιπτώσεις ζευγαριών που επί 15 ή 20
χρόνια δεν έπαυσαν τούς καυγάδες μεταξύ τους. Ξέρω περιπτώσεις
μεγάλων ήδη ανθρώπων, αντρών ή γυναικών, που μου αποκάλυψαν το
πόσο άσχημα ένιωσαν σαν παιδιά καθώς οι γονείς τους καθημερινά
σχεδόν καυγάδιζαν. Σήμερα που τα διαζύγια βγαίνουν εύκολα, αλλά
και που πολλές γυναίκες είναι οικονομικά ανεξάρτητες, αυτά τα
ζευγάρια συνήθως χωρίζουν μέσα στα πρώτα χρόνια του γάμου τους.
Στις περιπτώσεις που ο ένας
από τους δύο δεν μπορεί να αντέξει για πολύ την καθημερινή γκρίνια
και τους καυγάδες και δεν θέλει να διαλύσει το γάμο του, τότε
ακολουθεί ή τη γραμμή της φυγής ή της φαινομενικής υπακοής.
Η φυγή μπορεί να πάρει τη
μορφή της αδιαφορίας απέναντι στον άλλο, της απάθειας ή της
απασχόλησης με άλλα θέματα. Μπορεί να κλειστεί στον εαυτό του, να
μείνει απορροφημένος στο διάβασμα μιας εφημερίδας, ενός βιβλίου ή
μπροστά στην τηλεόραση, προσπαθώντας να μη δίνει σημασία στα λόγια
του άλλου ή μπορεί να υπεραπασχολείται με τη δουλειά του, με
κάποιο χόμπι ή με τους φίλους του για να μένει μακριά από το σπίτι
του όσο μπορεί πιο πολύ.
Τέλος για να σταματήσει ο
καυγάς μπορεί να δείξει ότι συμφωνεί, ενώ από μέσα του διαφωνεί.
Μπορεί να υποχωρήσει για να μη διαλύσει την οικογένειά του, αλλά
να το φέρει βαριά. Αυτό το κάνουν πια συχνά οι γυναίκες.
Σ’ ένα ποσοστό απ’ αυτές τις
γυναίκες αναπτύσσονται ψυχοσωματικές εκδηλώσεις, όπως πονοκέφαλοι,
ζάλη, προκάρδια ή κοιλιακά ενοχλήματα, δύσπνοια ή καθαρά ψυχικά
συμπτώματα όπως: άγχος, μελαγχολία, φοβίες ή ακόμη και νευρωτικές
κρίσεις. Όλα αυτά είναι εκδηλώσεις εσωτερικής σύγκρουσης ανάμεσα
σ’ αυτό που το άτομο επιθυμεί και σ’ αυτό που αναγκάζεται να
δεχτεί.
Σε μερικές περιπτώσεις τα
άτομα αυτά χρησιμοποιούν τα συμπτώματά τους σαν ένα μέσο για να
τραβήξουν την προσοχή και το ενδιαφέρον του συντρόφου τους και να
τον ή να την αναγκάσουν να αλλάξει τακτική. Αυτό συνήθως γίνεται
ασυνείδητα και σπάνια συνειδητά.
Όλοι σχεδόν οι άνθρωποι είναι
ευαισθητοποιημένοι απέναντι στην αρρώστια και γι’ αυτό
συγκινούνται και δείχνουν συμπάθεια σε κάποιον που υποφέρει. Γι’
αυτό και φέρονται πιο ήπια και με περισσότερη καλοσύνη απέναντι σε
κάποιον άρρωστο.
Όταν όμως τα συμπτώματά του
όχι μόνο χρονίζουν, αλλά παρουσιάζουν έξαρση κάθε φορά που γίνεται
μια σύγκρουση στο σπίτι, τότε ο άλλος αρχίζει σιγά σιγά να
συνειδητοποιεί ότι η γυναίκα του αρρωσταίνει επειδή δεν γίνεται το
δικό της. Σε τέτοιες περιπτώσεις συχνά ο σύζυγος αλλάζει τακτική
και γίνεται πιο αδιάφορος απέναντί της. Τότε η μεν γυναίκα του τον
κατηγορεί ότι είναι σκληρός κα απαθής απέναντί της ενώ αυτή
υποφέρει πολύ, ο δε άντρας ισχυρίζεται πως η γυναίκα του δεν έχει
τίποτα και ότι είναι "κατά φαντασία ασθενής".
Αυτό φυσικά δεν είναι σωστό
γιατί τα άτομα αυτά υποφέρουν πραγματικά και μάλιστα πολύ. Φυσικά
δεν κινδυνεύει η ζωή τους, γίνεται όμως δυστυχισμένη.
Εκτός απ’ αυτά τα ζευγάρια
που πραγματικά σκοντάφτουν πάρα πολύ λόγω του εγωκεντρισμού τους
υπάρχουν άλλα που κατορθώνουν να ξεπεράσουν μέχρι ένα βαθμό το
πρόβλημα του εγωκεντρισμού τους κι έτσι συνεχίζουν τη ζωή τους πιο
ομαλά και πιο υποφερτά. |