[1]
Ο δέκατος τέταρτος βασιλιάς του βασιλείου του
Ιούδα. Ήταν γιος του Εζεκία, από την
Εφσιβά.
Γεννήθηκε δώδεκα χρόνια πριν το θάνατο του πατέρα του, δηλαδή έγινε βασιλιάς σε
ηλικία δώδεκα χρονών (Β' Βασιλέων 21:1, Β' Χρονικών 33:1). Η βασιλεία του που
κράτησε πενήντα χρόνια, ήταν η μεγαλύτερη όλων των βασιλέων του Ιούδα (Β'
Χρονικών 33:1).
Αμέσως μετά την άνοδό του στην εξουσία άλλαξε τη θρησκεία του βασιλείου του
φέρνοντας ειδωλολατρικούς θεούς, και απαγορεύοντας τη λατρεία του αληθινού Θεού.
Έχτισε βωμούς στο Βάαλ και έφτιαξε άλση. Έφτασε
στο σημείο να χτίσει βωμούς για τον ήλιο τη σελήνη τα αστέρια και τους πλανήτες
στις αυλές του Οίκου του Θεού, τοποθετώντας ειδωλολατρικό βωμό στο Ναό (Β'
Βασιλέων 21:1-7, Β' Χρονικών 33:2-9) και αφιέρωσε ίππους και άμαξες στον ήλιο
(Β' Βασιλέων 23:11). Επίσης πέρασε τους γιους από τη φωτιά, που πιθανόν να
σημαίνει ότι τους θυσίασε στο Μολώχ, θεό των
Αμορραίων, και έχυσε αθώο
αίμα (Β' Βασιλέων 21:16). Συμμάχησε με τους
Βαβυλώνιους εναντίον των
Ασσυρίων, νικήθηκε όμως και
ο ίδιος συνελήφθηκε αιχμάλωτος και μεταφέρθηκε αλυσοδεμένος στη Βαβυλώνα. Κατά
το διάστημα της αιχμαλωσίας του ο Μανασσής κατάλαβε την αμαρτία του και
ταπεινώθηκε μπροστά στο Θεό, με αποτέλεσμα ο Θεός να τον ελεήσει και να τον
απελευθερώσει (Β' Χρονικών 33:12,13).
Γυρνώντας στην Ιερουσαλήμ απαγόρευσε τη λατρεία των ειδώλων, έδιωξε τους πρώην
συμβούλους του και τους
μάντεις, αποκατέστησε το
θυσιαστήριο και θυσίασε στον αληθινό Θεό (Β' Χρονικών 33:15,16). Επίσης
ανοικοδόμησε τείχος (Β' Χρονικών 33:14). Ο λαός του εξακολουθούσε να θυσιάζει
στα μέρη όπου θυσίαζε και πριν, αυτή τη φορά όμως στον Κύριο, το Θεό. Ο Μανασσής
πέθανε εν ειρήνη και τάφηκε στον κήπο του ανακτόρου του, που ονομάζεται και
"κήπος Ουζά" (Ουζζά, Β' Βασιλέων 21:18, Β' Χρονικών 33:20). Τον διαδέχθηκε ο
γιος του Αμών.
Ο Μανασσής αναφέρεται και στο γενεαλογικό πίνακα του Ιησού Χριστού (Ματθαίος
1:10).
[2]
Ο μεγαλύτερος γιος του Ιωσήφ από την Αιγύπτια γυναίκα του
Ασενέθ (Ασενάθ, Γένεση
41:51, 46:20). Γεννήθηκε στην Αίγυπτο
(Γένεση 46:20). Λίγο πριν πεθάνει ο Ιακώβ,
ευλόγησε τον Μανασσή και τον αδερφό του Εφραΐμ,
προλέγοντας ότι ο Εφραΐμ θα γινόταν μεγαλύτερος του Μανασσή, παρά την αντίθετη
θέση του Ιακώβ (Γένεση κεφ. 48). Γιοι του ήταν ο Ασριήλ και ο
Μαχείρ (Μαχίρ),
τους οποίους απέκτησε από Σύρια παλλακίδα (Α' Χρονικών 7:14). Όμως στο Αριθμοί
26:30,31 αναφέρεται ότι ο Ασριήλ και οι απόγονοί του ήταν γιοι του Γαλαάδ, γιου
του Μαχείρ. Πιθανόν το Α'
Χρονικών 7:14 να σημαίνει ότι ο Ασριήλ ήταν εγγονός του Μανασσή (Μ. Αγγελάτος).
Οι απόγονοι του Μανασσή ήταν οι Μανασσίτες, και αριθμούσαν αρχικά 32.200 άντρες
(Αριθμοί 1:34,35), αργότερα όμως έφθαναν τους 52.700 (Αριθμοί 26:34). Ο Μωυσής
τους έδωσε τη Βασάν (Δευτερονόμιο 4:41-43). Η φυλή Μανασσή αναφέρεται και στους
144.000 της Αποκάλυψης (7:6).
[3]
Πατέρας του Γηρσών (Γερσώμ), του οποίου ο γιος
Ιωνάθαν ήταν ιερέας της φυλής Δαν (Κριτές 18:30).
[4]
Ένας από τη συγγένεια Φαάθ-μωαβ (Φαχάθ-Μωάβ),
ο οποίος κατόπιν προτροπής του Έσδρα, έδιωξε τη ξένη
γυναίκα που παντρεύτηκε κατά την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα (Έσδρας
10:30).
[5]
Ένας
από τη συγγένεια
Ασούμ (Χασούμ), ο οποίος κατόπιν προτροπής του
Έσδρα, έδιωξε τη ξένη γυναίκα που παντρεύτηκε κατά
την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα (Έσδρας 10:33).