[το όνομα της σημαίνει "ηγεμονίς" δηλ. όλων
των εθνών]
Σύζυγος του πατριάρχη
Αβραάμ
και μητέρα του Ισαάκ (Γένεση 12:5).
Αναφέρεται για πρώτη φορά στο Γένεση 11:29. Ήταν ετερολαθής αδερφή του
Άβραμ
(Αβραάμ), από τον ίδιο δηλ. πατέρα, από διαφορετική όμως μητέρα (Γένεση 20:12).
Ήταν 10 χρόνια νεώτερη από τον Αβραάμ και παντρεύτηκε στην Ούρ των Χαλδαίων
(Γένεση 11:29-31). Το όνομά της ήταν Σάρα (που
σημαίνει "η ηγεμονίς μου" δηλ.
του Αβραάμ), αλλά μετά την
επαγγελία του Θεού προς τον Αβραάμ ότι θα τον καταστήσει "πατέρα πλήθους εθνών",
άλλαξε το όνομα της γυναίκας του από Σάρα σε Σάρρα (που
σημαίνει "ηγεμονίς"
δηλ. όλων των εθνών, Γένεση 17:15).
Η αλλαγή αυτή έγινε ταυτόχρονα με την αλλαγή και του δικού του ονόματος από
Άβραμ
σε Αβραάμ.
Η Σάρρα ως σύζυγος του Αβραάμ τον συνόδευσε
από την Ούρ των Χαλδαίων όπου διέμεναν στην Χαρράν (Γένεση 11:31) και από εκεί
στη γη Χαναάν (Γένεση 12:5). Επειδή η Σάρρα ήταν αρκετά όμορφη, όταν ο Αβραάμ
πήγε στην Αίγυπτο συμφώνησαν με τη σύζυγό του να πουν ότι ήταν αδερφή του,
επειδή φοβόταν μήπως τον σκοτώσουν. Αν και ήταν τότε 65 ετών, ήταν τόσο όμορφη
ώστε οι Αιγύπτιοι την
πήραν και την πήγαν στο παλάτι του Φαραώ.
Εξ' αιτίας όμως της Σάρρας ο Θεός έφερε μεγάλες πληγές στην Αίγυπτο, και ο Φαραώ
κάλεσε τον Αβραάμ και του την έδωσε ξανά, αφού τον επέπληξε για την ψευδή δήλωσή
του ότι ήταν αδερφή του.
Η Σάρρα ήταν για πολλά χρόνια στείρα, για
το λόγο αυτό και ενώ ήταν 75 ετών, έδωσε στον Αβραάμ τη δούλη της
Άγαρ, η οποία γέννησε τον
Ισμαήλ (Γένεση 16:1-16). Σύμφωνα με τους
νόμους της εποχής εκείνης ο γιος που θα γεννιόταν από αυτή τη γυναίκα θα
θεωρείτο γιος και κληρονόμος του Αβραάμ. Όταν η Άγαρ συνέλαβε άρχισε να
περιφρονεί τη Σάρρα τόσο που η Σάρρα την κακομεταχειριζόταν. Η Άγαρ αναγκάστηκε
να φύγει από το σπίτι αλλά αργότερα κατόπιν εντολής του Θεού ταπεινώθηκε και
επέστρεψε πίσω γεννώντας τον Ισμαήλ. Κατόπιν και ενώ η Σάρρα ήταν περίπου 90
ετών, ο Θεός υποσχέθηκε να της χαρίσει ένα γιο. Ένα χρόνο αργότερα γεννήθηκε ο
Ισαάκ. Σε ένα συμπόσιο που έκανε ο Αβραάμ για την απογαλάκτιση του γιου του, η
Σάρρα είδε τον Ισμαήλ να κοροϊδεύει τον Ισαάκ και απαίτησε από τον Αβραάμ να
διώξει την Άγαρ και τον Ισμαήλ (Γένεση 21:8-19).
Μετά την καταστροφή των Σοδόμων και των
Γομόρρων ο Αβραάμ κατευθύνθηκε προς νότο και κατοίκησε στα Γέραρα, όπου βασιλιάς
των Φιλισταίων ήταν ο
Αβιμέλεχ. Αυτός απήγαγε τη Σάρρα, την
οποία και πάλι ο Αβραάμ παρουσίασε ως αδερφή του, αλλά κατόπιν οδηγίας από το
Θεό, ο Αβιμέλεχ την έδωσε πίσω στον Αβραάμ (Γένεση 20:1-18). Τριάντα χρόνια μετά
τη γέννηση του Ισαάκ και ενώ η Σάρρα ήταν 127 ετών, πέθανε στη Χεβρών (Κιριάθ-αρβά)
και τάφηκε σε σπηλιά του αγρού Μαχπελάχ, το οποίο είχε αγοράσει ο Αβραάμ για
οικογενειακό τάφο (Γένεση 23:1-3,19) γύρω στο 1980 π.Χ.
Ο Κύριος φάνηκε πιστός στην υπόσχεσή Του
προς τη Σάρρα και τον Αβραάμ, και μάλιστα με θαυμαστό τρόπο καθώς όταν απέκτησαν
τον Ισαάκ και οι δύο ήταν πια γέροντες. Η πιστότητα του Θεού στην περίπτωση αυτή
υπογραμμίζεται ιδιαιτέρως από τον απ. Παύλο
στην επιστολή προς Ρωμαίους (4:19).
Ο Ησαΐας είναι ο μόνος προφήτης που
μνημονεύει τη Σάρρα (Ησαΐας 51:2). Ο Παύλος τονίζει την επαγγελία προς τη Σάρρα
η οποία εκπληρώθηκε, ενώ ο Πέτρος εξαίρει
την υποταγή της στον σύζυγό της (Α' Πέτρου 3:6). Αναφέρεται επίσης στα χωρία
Ρωμαίους 9:9, Γαλάτας 4:21-5:1 και Εβραίους 11:11).