[1]
Γιος
του Ιεμλά (Ιμλά, Α' Βασιλέων 22:9, Β' Χρονικών 18:7,14), προφήτης του Θεού.
Κατοικούσε στη Σαμάρεια, πρωτεύουσα του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ, στις
τελευταίες μέρες του βασιλιά Αχαάβ, βασιλιά του
Ισραήλ, και Ιωσαφάτ, βασιλιά του
Ιούδα.
Όταν ο Ιωσαφάτ που ήταν άνθρωπος του Θεού, συμμάχησε με τον Αχαάβ, που
ήταν ο χειρότερος από όλους τους βασιλιάδες του Ισραήλ, εναντίον της Ραμώθ-γαλαάδ,
και αφού ρωτήθηκαν 400 ψευδοπροφήτες, ο Ιωσαφάτ ζήτησε να ρωτηθεί και ο
Μιχαΐας (Α' Βασιλέων κεφ. 22, Β'
Χρονικών κεφ. 18). Ο Μιχαΐας αφού είπε πως θα έλεγε ότι του αποκάλυπτε ο Θεός,
μίλησε υπέρ του βασιλιά, όμως ο Αχαάβ απαίτησε να του πει την αλήθεια. Ο Μιχαΐας
προφήτευσε ότι ο Κύριος θα τον κατέστρεφε βάζοντας ψέματα στο στόμα των προφητών
του. Τότε ο Σεδεκίας ο ψευδοπροφήτης χτύπησε το
Μιχαΐα και ο βασιλιάς τον έστειλε
πίσω στην πόλη για τον φυλακίσουν, τρέφοντάς τον με "άρτο και ύδωρ θλίψεως",
μέχρις ότου επέστρεφε. Ο Μιχαΐας είπε με θάρρος στο βασιλιά ότι εάν επέστρεφε
από τη μάχη, θα ήταν ο ίδιος ένας ψευδοπροφήτης (Α'
Βασιλέων 22:28).
Η προφητεία του Μιχαΐα επαληθεύτηκε με το θάνατο του Αχαάβ (Α'
Βασιλέων 22:29-40, Β' Χρονικών 18:28-34).
[2]
Πατέρας του Αχβώρ, ο οποίος στάλθηκε από το βασιλιά
Ιωσία για να συμβουλευτεί την προφήτισσα Όλδα (Χούλδα,
Β' Βασιλέων 22:12). Ονομάζεται και Μιχαίας (Β' Χρονικών 34:20).
[3]
Ένας από
τους άρχοντες του βασιλιά Ιωσαφάτ, τον
οποίο έστειλε τις πόλεις του Ιούδα για να διδάξει το Νόμο (Β' Χρονικών 17:7).
[4]
Ιερέας από την οικογένεια (συγγένεια)
Ασάφ. Ο απόγονός του Ζαχαρίας πήρε μέρος
στα εγκαίνια του τείχους της Ιερουσαλήμ, μετά την αιχμαλωσία από τους
Βαβυλώνιους (Νεεμίας 12:35).
[5]
Ιερέας ο οποίος πήρε μέρος σαλπίζοντας, στα εγκαίνια του τείχους
της Ιερουσαλήμ, μετά την αιχμαλωσία από τους Βαβυλώνιους (Νεεμίας 12:41).