[το όνομά του
σημαίνει "εισπράκτορας", "συλλέκτης"]
[1]
Λευίτης, γιος του Βαραχία
της οικογένειας Γηρώμ (Α' Χρονικών 6:39, 15:17) ο επικεφαλής της υμνωδίας
στο Ναό επί βασιλείας Δαβίδ και Σολομώντα (Α' Χρονικών 16:4,5, 25:1,2, Β'
Χρονικών 5:12) και ψάλτης (Α' Χρονικών 6:33 ή 18). Έπαιζε και
κύμβαλα χάλκινα (Α'
Χρονικών 15:19, 16:5). Το αξίωμα του αρχιμουσικού του Ναού παρέμεινε διαδοχικό
στην οικογένειά του (Νεεμίας 7:44, 11:22). Δώδεκα ψαλμοί
(50, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 82, 83) αναφέρονται στο όνομα του, αλλά
είναι άγνωστο αν γράφτηκαν από τον ίδιο
(το πιθανότερο) ή από μέλος
της οικογένειάς του και αποδόθηκαν σ’ αυτόν τιμής ένεκεν.
[2]
Φύλακας του
βασιλικού δάσους επί βασιλιά
Αρταξέρξη του
Μακρόχειρου
(Νεεμίας
2:8).
Ο Νεεμίας ζήτησε από τον Αρταξέρξη να διατάξει τον Ασάφ να του παραδώσει ξυλεία
για την ανοικοδόμηση του Ναού, του τείχους της πόλης και την κατασκευή του
σπιτιού του, μετά την επιστροφή από την εξορία, περί το 445 π.Χ.
[3]
Πατέρας
του Ιωάχ, υπομνηματογράφου
επί βασιλείας Εζεκία, περί το 710 π.Χ. (Β' Βασιλέων 18:18,37, Ησαΐας 36:3,22). |