[1]
Ο
τρίτος από τους δώδεκα καλούμενους "μικρούς" προφήτες.
Η προφητική του διακονία έλαβε μέρος κατά την περίοδο της βασιλείας του
Ιεροβοάμ Β' στο βασίλειο του Ισραήλ (787-747
π.Χ.) και του
Οζία (Ουζζία) στο
βασίλειο του Ιούδα. Ο Αμώς ήταν
ποιμένας προβάτων στη Θεκουέ (Τεκωά), χωριό στο βασίλειο του Ιούδα, δώδεκα
μίλια νότια της Ιερουσαλήμ (Αμώς 1:1). Παρόλο που δεν ήταν προφήτης που ανήκε σε
κάποια προφητική ομάδα, αλλά απλός βοσκός, μαζεύοντας
συκόμουρα, χρίστηκε προφήτης
από το Πνεύμα του Θεού (Αμώς 1:1, 7:14,15). Ακολουθώντας την οδηγία του Κυρίου,
πήγε από το βασίλειο του Ιούδα στο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, για να μεταφέρει
εκεί το μήνυμα του Θεού.
Η δράση του συμπίπτει με μια περίοδο οικονομικής ανάπτυξης του
βασιλείου του Ισραήλ, που συνοδεύτηκε όμως από μεγάλη κοινωνική ανισότητα. Η
υψηλή φορολογία (Αμώς 5:11-12) είχε ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση της ιδιοκτησία
της γης σε λίγα αλλά ισχυρά χέρια, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού υπέφερε
από τη φτώχια. Ο Αμώς προειδοποιεί πως η κρίση του Θεού θα εκδηλωνόταν με πόλεμο
και εξορία. Επίσης προφήτευσε για την κρίση του Θεού πάνω στους
Σύριους (1:3-5), τους
Φιλισταίους
(1:6-8), τους
Φοίνικες
(1:9,10), τους
Εδωμίτες
(1:11,12), τους
Αμμωνίτες
(1:13-15) και τους
Μωαβίτες
(2:1-3).
[
διάβασε για το βιβλίο του Αμώς]
[2]
Πατέρας του προφήτη Ησαΐα (Β' Βασιλέων 19:2,20, Ησαΐας 1:1).
Δεν υπάρχουν περισσότερα στοιχεία για το πρόσωπό του.