[του
Dr. Ανανία Καβάκα, Νευρολόγου-Ψυχιάτρου]
[]
Είναι γνωστό ότι ο Δημιουργός που θέσπισε το γάμο,
καθόρισε και το περιβάλλον μέσα στο οποίο θα
αναπτυσσόταν ο κάθε νέος άνθρωπος που θα ερχόταν στη
γη. Το περιβάλλον αυτό περιλάμβανε ένα πατέρα και
μια μητέρα, που ο καθένας τους θα έπαιζε το δικό του
ρόλο και τη δική του επιρροή στο νεογέννητο παιδί.
Ενώ όμως ο
Θεός καθόρισε τα πάντα τόσο καλό, η είσοδος της αμαρτίας μέσα
στον άνθρωπο έφερε δυσάρεστα αποτελέσματα. Η απομάκρυνση του
ανθρώπου από το Θεό και η εγκατάλειψη των αρχών που Εκείνος
έχει καθορίσει για τη ζωή και για το γάμο είχε και έχει σαν
αποτέλεσμα τη διάλυση πολλών οικογενειών και το γκρέμισμα του
περιβάλλοντος μέσα στο οποίο αναπτύσσονται και ανατρέφονται τα
παιδιά.
Σήμερα δεν
είναι λίγες οι περιπτώσεις οικογενειών που την ανατροφή των
παιδιών αναγκάζεται να την αναλάβει ο ένας μόνο γονιός, επειδή
ο άλλος έχει εγκαταλείψει την οικογένεια. Τι γίνεται σ’ αυτές
τις περιπτώσεις; Μπορεί ο ένας γονιός να αναπληρώσει την
απουσία του άλλου; Μπορεί να δώσει μια σωστή ανατροφή, όπως θα
την έδιναν και οι δύο μαζί;
Αναμφίβολα
η κατάσταση δεν είναι καλή. Πως εξάλλου θα ήταν καλή αφού
ξεφεύγει από τη φυσιολογική γραμμή; Παρόλο αυτό όμως δεν
νομίζω ότι μπορεί να θεωρηθεί σαν απελπιστική, γιατί πιστεύω
ότι και ένας μόνο γονιός, αν ξέρει πως πρέπει να φερθεί,
μπορεί να προσφέρει πολλά και να οδηγήσει τελικά το παιδί του
στη σωστή γραμμή.
Με αυτό
δεν θέλω να πω ότι η διάλυση ενός γάμου δεν τραυματίζει τα
παιδιά. Εκείνο που θέλω να τονιστεί είναι ότι μια σωστή στάση
και συμπεριφορά του γονιού που έχει αναλάβει το παιδί ή τα
παιδιά μπορεί όχι μόνο να μειώσει τις συνέπειες των ψυχικών
τραυμάτων που εξαιτίας της διάλυσης του γάμου έχουν
δημιουργηθεί στα παιδιά, αλλά μπορεί να τα βοηθήσει να
χρησιμοποιούν την άσχημη εμπειρία τους για κάτι το καλό γι’
αυτούς και όχι να τα οδηγήσει σε ψυχολογική καταστροφή, τη
στιγμή μάλιστα που εκείνοι δεν ευθύνονται καθόλου για ότι έχει
συμβεί.
Πως όμως αυτό
μπορεί να γίνει; Πριν δούμε αυτό καλό είναι να δούμε μερικά
σοβαρά λάθη που γίνονται συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις.
[
]
Ο
άλλος δεν είναι τέρας.
Η πικρία, η απογοήτευση ή η
αγανάκτηση που νιώθει ο/η προδομένος/η σύζυγος μπορεί να τον
παρασύρει -κι αυτό έχει αρκετά συχνά συμβεί- σε μια
ασυγκράτητη τάση για εκδίκηση και δυσφήμηση του άλλου.
Για να τον
εκδικηθεί αλλά συγχρόνως και για να δικαιωθεί ο ίδιος μπροστά
στους άλλους και στα παιδιά, αρχίζει να τον κακολογεί και να
τον δυσφημεί. Συνειδητά ή ασυνείδητα μεγαλοποιεί τα άσχημα
χαρακτηριστικά ή ενέργειες του άλλου, δίνει έμφαση στα λάθη ή
τις ευθύνες του, ή διαστρεβλώνει τα γεγονότα για να επιβαρύνει
τη θέση του. Μ’ αυτό τον τρόπο, μπορεί επιπλέον να πιστεύει
ότι τα παιδιά θα μείνουν ψυχικά κοντά σ’ αυτόν, χωρίς ποτέ να
ζητήσουν να φύγουν για να ζήσουν με τον άλλο.
Μια τέτοια
τακτική, όμως μπορεί να δημιουργήσει νέα προβλήματα στα
παιδιά. Εκτός από τα σοκ της εγκατάλειψης και της μερικής
διάλυσης της οικογένειάς τους διαπιστώνουν με πικρία ή
αγανάκτηση -όσα δέχονται τις κατηγορίες για τον γονιό που
έφυγε σαν αληθινές- ότι αυτός ήταν σκληρός, βάρβαρος,
καταπιεστής, έκφυλος ή διεστραμμένος. Αυτό δεν είναι καθόλου
ανώδυνο για τα παιδιά γιατί όλοι θέλουμε να πιστεύουμε για
τους δικούς μας ότι είναι καλοί, λογικοί και τίμιοι.
Για εκείνα
τα παιδιά που δεν υιοθετούν εύκολα τις κατηγορίες εναντίον του
γονιού που έφυγε σαν αληθινές, δημιουργείται μέσα τους μεγάλο
δίλημμα που μπορεί να τους αναστατώσει. Από τη μια πλευρά
νιώθουν την άσχημη κατάσταση του προδομένου γονιού τους που
εγκαταλείφθηκε άσπλαχνα από τον άλλο κι από την άλλη θέλουν να
πιστεύουν ότι κι αυτός που έφυγε συνεχίζει να τους σκέφτεται
και να τους αγαπά.
Ακόμη, ενώ
αγαπούν αυτόν με τον οποίο ζουν και θέλουν να τον
συμπαρασταθούν, δεν θέλουν να δυσαρεστήσουν ή να κακοκαρδίσουν
τον άλλο, τουλάχιστον ανοιχτά, έστω κι αν από μέσα τους
αισθάνονται πληγωμένα. Αυτό γιατί τα παιδιά θέλουν να
πιστεύουν ότι και ο άλλος, συνεχίζει να είναι γονιός τους,
παρόλο που τους έχει εγκαταλείψει. Αν τον απορρίψουν σαν
γονιό, θα νιώσουν μειονεκτικά απέναντι στα άλλα παιδιά που
έχουν και τους δύο γονείς τους και γι’ αυτό δεν θέλουν να το
κάνουν.
Η
κατάσταση χειροτερεύει όταν οι γονείς που βρίσκονται σε
διάσταση προσπαθούν, ο καθένας από την πλευρά του να
εμφυτεύσει μίσος στα παιδιά για τον άλλο γονιό ή αγανακτούν αν
ακούσουν απ’ αυτά να μιλούν ευνοϊκά ή να εγκρίνουν κάποιες
ενέργειες του άλλου γονιού.
Εκείνο που
σε τέτοιες περιπτώσεις, οι γονείς δεν πρέπει να ξεχνούν είναι
ότι τα παιδιά δεν είναι μπαλάκια του πιγκ-πογκ που μπορείς να
τα πετάς από τη μία πλευρά στην άλλη, αλλά άτομα με ελεύθερη
προσωπικότητα.
Αν εκείνοι
τα έχουν κάνει θάλασσα, δεν φταίνε σε τίποτα τα παιδιά να
υποφέρουν και μάλιστα διπλά. Αν αυτός που τους εγκατέλειψε
ήταν σατράπης, έκφυλος ή διεστραμμένος, ήταν σφάλμα δικό τους
που τον δέχτηκαν σαν σύζυγο και όχι των παιδιών και γι’ αυτό
πρέπει να υποστούν εκείνοι μόνο τις συνέπειες της λαθεμένης
εκλογής τους και όχι τα παιδιά που εξάλλου υποφέρουν αρκετά
από τη διάλυση του γάμου των γονιών τους.
[
]
Τώρα
πια δεν μπορούν να γίνουν όλα σωστά. Το σοκ της
εγκατάλειψης και της διάλυσης του γάμου τους φέρνει τόση
απογοήτευση σε μερικούς συζύγους, ιδιαίτερα γυναίκες που
θεωρούν ότι το μόνο που μπορούν στο εξής να πετύχουν είναι
απλά να επιζήσουν σαν οικογένεια, και τίποτα περισσότερο.
Έτσι το
μόνο που φροντίζουν είναι να περνούν όπως όπως τις ημέρες,
αντιμετωπίζοντας μόνο τις πολύ στοιχειώδεις ανάγκες της
οικογένειας και των παιδιών. "Ο πατέρας σας έχει φύγει" λένε
στα παιδιά, "γι’ αυτό δεν πρέπει τώρα πια να έχετε πολλές
απαιτήσεις. Εκείνο που χρειάζεται τώρα είναι να σφιχτούμε για
να δούμε πως θα τα βγάλουμε πέρα".
Μια τέτοια
γραμμή όμως δημιουργεί συνήθως έντονη ανασφάλεια και φοβία για
το μέλλον στο παιδί, που μπορεί να διαταράξει σοβαρά την
ψυχολογική του ισορροπία, αν συμβαίνει να είναι ευαίσθητο από
τη φύση του.
Αντίθετα,
αν δηλαδή είναι το παιδί σκληρό, μπορεί να αρχίσει μια
καθημερινή πάλη για να κερδίσει αυτό που σε κάθε στιγμή
επιθυμεί. Φυσικά μια τέτοια πάλη όχι μόνο φέρνει μεγάλη
αναστάτωση μέσα στο σπίτι αλλά μπορεί να κουράσει ψυχολογικά
τη μητέρα ή να οδηγήσει το παιδί σε ανταρσία, μόλις κάπως
μεγαλώσει.
Οι γονείς
που ακολουθούν αυτή τη γραμμή μπορεί για μερικές ημέρες να
νιώθουν ότι τα πράγματα πηγαίνουν αρκετά καλά, άλλες ημέρες
όμως, ιδιαίτερα όταν μερικές πιεστικές ανάγκες σωρευτούν,
μπορεί να νιώθουν ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο
τους.
Οι
γυναίκες αυτές έχουν την τάση να λένε "όχι" στα παιδιά και
μετά από λίγο και με πίεση του παιδιού αναγκάζονται να πουν το
"ναι". Δεν έχουν συνήθως μια σταθερή γραμμή πειθαρχίας για τα
παιδιά με συνέπεια να αλλάζουν τις αρχές και τους περιορισμούς
που πρέπει να επικρατούν στο σπίτι από μέρα σε μέρα και
ανάλογα με τις περιστάσεις, την ψυχολογική τους κατάσταση, τα
συναισθήματά τους ή τη σωματική κόπωση ή ξεκούρασή τους.
Τέλος,
αυτοί οι γονείς μπορεί κάποτε να είναι συναισθηματικά ή
εκδηλωτικοί προς τα παιδιά τους, αλλά αυτό συμβαίνει σπάνια.
Πιο συχνά είναι γκρινιάρηδες, κριτικάρουν εύκολα ή μαλώνουν τα
παιδιά με το παραμικρό και ανάλογα με τη δική τους
συναισθηματική κατάσταση και όχι ανάλογα με το βαθμό της
αταξίας τους.
Μια τέτοια
στάση μπορεί να φέρει σύγχυση σε μερικά παιδιά, μια που δεν
μπορούν να αντιληφθούν τι ακριβώς είναι σωστό και τι δεν
επιτρέπεται να κάνουν, αφού οι κανόνες αλλάζουν καθημερινά.
Άλλα παιδιά, ιδιαίτερα τα λιγότερο ευαίσθητα, μπορεί να
εκμεταλλεύονται τις αδύνατες στιγμές του γονιού τους για να
πετύχουν κάτι, που σε διαφορετικές συνθήκες δεν θα το
πετύχαιναν.
Μια τέτοια
γραμμή από το γονιό που έχει αναλάβει τα παιδιά, μπορεί να του
δίνει την εντύπωση ότι κουτσά-στραβά τα καταφέρνει κι ότι
αργότερα μπορεί η κατάσταση να βελτιωθεί ή τα παιδιά όταν
μεγαλώσουν, να αναγνωρίσουν τους κόπους του και να
συνειδητοποιήσουν ότι δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά,
συνήθως όμως δημιουργεί τα σοβαρά προβλήματα στα παιδιά.
Τα
ευαίσθητα απ’ αυτά υποφέρουν συνήθως από έντονη ανασφάλεια και
αβεβαιότητα για το μέλλον τους. Από άποψη πειθαρχίας δεν
μαθαίνουν ποτέ τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται στη ζωή και
στη συμπεριφορά τους και από άποψη συναισθηματικής
ικανοποιήσεως αισθάνονται στερημένα. Απέναντι στα άλλα παιδιά
νιώθουν μειονεκτικά, κάτι που επηρεάζει σημαντικά τη
συμπεριφορά τους αλλά και τα σχέδιά τους για το μέλλον.
Αντίθετα,
τα σκληρά παιδιά φτάνουν στο σημείο να πιστεύουν ότι μπορούν
να πετύχουν ότι επιθυμούν αρκεί να βρουν την κατάλληλη στιγμή
και τον κατάλληλο τρόπο για να το απαιτήσουν. Και αυτά δηλαδή
δεν μαθαίνουν ότι υπάρχουν σταθεροί περιορισμοί στη ζωή.
πάνω
|