Αδερφή του
Λαζάρου και της
Μαρίας από τη Βηθανία. Στη βιβλική αφήγηση των ευαγγελίων αποκαλύπτεται ότι
ο Ιησούς αγαπούσε τη Μάρθα, τη Μαρία και το Λάζαρο. Και οι δυο αδερφές πίστευαν
στη θαυματουργική δύναμη του Ιησού (Ιωάννης 11:3). Από την περιγραφή της
επίσκεψης του Ιησού στο σπίτι της (Λουκάς 10:38-42) φαίνεται πως ήταν πιστή
Ισραηλίτισσα. Την πίστη της προς τον Ιησού την φανέρωσε με τη δήλωσή της κατά
την ανάσταση του αδερφού της ότι πίστεψε ότι "ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο
Υιός του Θεού, ο ερχόμενος εις τον κόσμο" (Ιωάννης 11:27). Επίσης αναφέρεται
ότι "ενησχολείτο εις πολλήν υπηρεσίαν" (Λουκάς 10:40), κάτι που προκάλεσε
την παρατήρηση του Ιησού ότι "μεριμνά και αγωνίζεται περί πολλά" σε
αντίθεση με την αδερφή της Μαρία η οποία εξέλεξε την αγαθή μερίδα, η οποία έχει
μεγαλύτερη αξία από τα έργα της Μάρθας (Λουκάς 10:41). Δεν πρέπει όμως να
παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι η Μάρθα σαν μεγαλύτερη είχε την ευθύνη της
υποδοχής του Ιησού.
Τις τελευταίες μέρες της επίγειας ζωής Του
ο Ιησούς ήταν προσκεκλημένος στο σπίτι της (Ματθαίος 21:17, Μάρκος 11:1). Η
σχέση της με τον Ιησού πρέπει να ήταν αρκετά οικεία, για να παραπονεθεί μπροστά
Του για την αδερφή της (Λουκάς 10:38-42) καθώς αργότερα και για την αργοπορία
Του να έρθει πριν ο Λάζαρος πεθάνει (Ιωάννης 11:1-3,21). Ο Ιησούς όμως πήρε τη
ευκαιρία να της πει μια μεγάλη αλήθεια και να την ενθαρρύνει λέγοντάς της:
"Μάρθα μη φοβάσαι. Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή" (Ιωάννης 11:25).
Τη Μάρθα την συναντάμε και στο δείπνο που
έγινε στη Βηθανία, όπου και πάλι υπηρετούσε (Ιωάννης 12:1-3), καθώς επίσης και
στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού (Ματθαίος
26:6, Μάρκος 14:3). Ο Μ. Αγγελάτος αναφέρει πως συνδυάζοντας τα δύο αυτά
περιστατικά συμπεραίνουμε πως πρέπει να ήταν είτε ή σύζυγος είτε ή χήρα του
Σίμωνα του λεπρού.