[το όνομά του
σημαίνει "ο Θεός είναι σωτηρία"]
Πατέρας του Δαβίδ. Γιος του Ωβήδ και εγγονός του Βοόζ και της
Ρουθ της Μωαβίτισας, απόγονος του Φαρές (Ρουθ 4:18-22). Ονομάζεται Ιεσσαί ο
Βηθλεεμίτης (Α' Σαμουήλ 16:1) και Εφραθαίος από τη Βηθλεέμ της φυλής Ιούδα
(Α' Σαμουήλ 17:12). Είχε οκτώ γιους που ζούσαν στη Βηθλεέμ, από τους οποίους
ο μικρότερος ήταν ο Δαβίδ (Α' Σαμουήλ 16:4,5,10, 17:12-14) και δύο κόρες (Α'
Χρονικών 2:16) - δες Νάας [3] και
Σερουΐα. Η περιουσία του αποτελούταν από κοπάδια προβάτων τα οποία
φαίνεται ότι τα φρόντιζε ο Δαβίδ (Α' Σαμουήλ 16:11).
Όταν ο Σαμουήλ πήγε στη Βηθλεέμ κάλεσε τον Ιεσσαί και του ζήτησε να φέρει το
Δαβίδ για να τον χρίσει βασιλιά (Α' Σαμουήλ 16:11-13). Μετά την φιλονικία
του Δαβίδ με το Σαούλ, ακόμα και όταν ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς ο Σαούλ τον
αποκαλούσε "γιο του Ιεσσαί" (Α' Σαμουήλ 20:31, 22:7, 25:10), θέλοντας να του
τονίσει την ταπεινή του καταγωγή. Ο προφήτης Ησαΐας αναφέρει τιμητικά τον Ιεσσαί (Ησαΐας 11:1, 11:11 ή 10).