[το
όνομά του σημαίνει "ο Βαλ προστάτης του βασιλιά"]
Ο μεγαλύτερος γιος του Ναβονίδη,
συμβασίλευσε μαζί του. Ήταν και ο τελευταίος βασιλιάς του
Βαβυλωνιακού κράτους. Στο
βιβλίο του Δανιήλ αναφέρεται ως "γιος του
Ναβουχοδονόσορ"
(αρχαίο κείμενο, Δανιήλ 5:2,12,13,18,22). Στην πραγματικότητα ήταν δισέγγονος
του
Ναβουχοδονόσορ,
αλλά κατά τη συνήθεια όλοι οι απόγονοι του βασιλιά ή γενάρχη ονομάζονταν "γιοι".
Στο μεταξύ διάστημα της βασιλείας των
Ναβουχοδονόσορ
και Βαλτάσαρ, βασίλευσαν και άλλοι βασιλιάδες (τρεις ή τέσσερις).
Επί βασιλείας του ο Βαλτάσαρ παρέθεσε
συμπόσιο όπου οι προσκεκλημένοι του έπιναν από τα ιερά σκεύη που είχε πάρει από
το ναό της Ιερουσαλήμ ο Ναβουχοδονόσορ (Δανιήλ 5:2-4). Στη διάρκεια του
συμποσίου, φάνηκε ένα χέρι να γράφει στον τοίχο τις λέξεις "μενέ, μενέ, θεκέλ,
ουφαρσίν" (Δανιήλ
5:25, "μονή, θεκέλ,
φάρες" στη μετάφραση των Εβδομήκοντα). Ο Βαλτάσαρ ταράχθηκε και ζήτησε από τους
μάντεις τους αστρολόγους και τους εξορκιστές της Βαβυλώνας να του εξηγήσουν το
μήνυμα, κανείς όμως δε μπόρεσε
(Δανιήλ 5:6-9). Κατόπιν φώναξαν το
Δανιήλ
(Δανιήλ 5:10-16), ο οποίος
του ανήγγειλε το τέλος της βασιλείας του
(Δανιήλ 5:17-28).
Την ίδια νύχτα οι Μηδο-Πέρσες κατέλαβαν τη Βαβυλώνα και σκότωσαν το Βαλτάσαρ
(Δανιήλ 5:30).
Τον διαδέχθηκε ο Δαρείος
ο Μήδος.