Γιος του Ρεώθ (Ρεχώβ), βασιλιάς της Σωβά,
ανατολικά της Αιγύπτου, του οποίου το βασίλειο έφθανε μέχρι τον ποταμό
Ευφράτη (Β' Σαμουήλ 8:3). Ο στρατός του νικήθηκε και καταστράφηκε από
το Δαβίδ (Β' Σαμουήλ 8:4,10), τα δε αργυρά και χρυσά σκεύη και οι
ασπίδες του στρατού, μεταφέρθηκαν από το Δαβίδ στη Ιερουσαλήμ και
αφιερώθηκαν στον Κύριο
(Β' Σαμουήλ 8:11,
Α' Χρονικών
18:11)
Αργότερα ο Αδαδέζερ με τη βοήθεια των Συρίων που ήρθαν από τη Δαμασκό
(Β' Σαμουήλ 8:5),
εξαπέλυσε νέα επίθεση κατά του Δαβίδ και των Ισραηλιτών, οι οποίοι τον
νίκησαν και πάλι
(Α'
Χρονικών 18:3-11), με αποτέλεσμα ο
Αδαδέζερ να γίνει υπόδουλος του Δαβίδ (Α' Χρονικών 19:16-19). Στη
μετάφραση του Ν. Βάμβα αναφέρεται και ως Αδαρέζερ (Α'
Χρονικών 18:3,5,8,9,10).