[το
όνομά του σημαίνει "αυτόν που ο Κύριος ανυψώνει"]
Πρόγονος συγγένειας
(Έσδρας 2:13), μία από αυτές που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ
μετά την αιχμαλωσία τους στη
Βαβυλώνα, όπου
τους είχε μεταφέρει ως αιχμαλώτους ο Ναβουχοδονόσορ (Έσδρας 2:1). Η
συγγένεια του Αδωνικάμ απαρτιζόταν από 666 άτομα (Έσδρας 2:13).
Μερικοί αναφέρουν ότι πιθανόν να είναι το ίδιο άτομο που αναφέρεται ως
Αδωνίας στο βιβλίο του Νεεμία
10:17.